H θεά Τύχη της αρχαιότητας ήταν η προσωποποιημένη θεά της σύμπτωσης, του μη προβλέψιμου αλλά επιδιωχθέντος, καθώς και της ευτυχούς συγκυρίας ενός απροσδόκητου συμβάντος [αυτό που και σήμερα λέμε τύχη]. Ήταν ακόμη συνήθως η πολιούχος θεά της ευτυχίας των αρχαίων Ελληνικών πόλεων.
ΚΑΤΑΓΩΓΗ: Κατά τη “Θεογονία” του Ησίοδου, η Τύχη ήταν θυγατέρα του Ωκεανού ή του Νηρέα και της Τηθύος. Οι θαλάσσιες θεότητες από τις οποίες πιστεύονταν ότι γεννήθηκε η Τύχη σχετίζονται και με το ότι η ναυτιλία και το ναυτικό εμπόριο, που κατά την Αρχαιότητα εξαρτώνταν και από την τύχη, υπήρξαν η πρώτη και κύρια πηγή ευτυχίας των ανθρώπων. Κατά τον Πίνδαρο, ο οποίος την ονόμαζε και “Φερέπολιν”, ήταν κόρη του Ελευθέρου Διός ή του Προμηθέα. Τέλος, στους ορφικούς ύμνους συναντάται ως κόρη του Ευβουλέως.
ΘΕΟΠΟΙΗΣΗ-ΛΑΤΡΕΙΑ: Ο Πίνδαρος την θεωρούσε ως μια από τις Μοίρες, που είχε όμως λιγότερη δύναμη από τις αδελφές της, και ευμενή Θεά του Πεπρωμένου. Ως ευμενής θεότητα του πεπρωμένου, λατρευόταν με την επωνυμία “Αγαθή Τύχη” στην Αρχαία Ολυμπία, όπου είχε δικό της βωμό. Κατά το Ομηρικό Ύμνο προς τη Δήμητρα, η Ωκεανίδα Τύχη εμφανιζόταν ως μια από τις συμπαίκτριες της Περσεφόνης, λίγο πριν η τελευταία απαχθεί από τον Πλούτωνα. Συνδέθηκε με άλλες θεότητες-προσωποποιήσεις, όπως την Ελπίδα, τον Καιρό και τη Μοίρα. Την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητος, εποχή θρησκευτικού συγκρητισμού, συνδέθηκε κυρίως με την Ίσιδα [Ίσις Τύχη ή Ισιτύχη]. Στη σημιτική θρησκεία συνδέθηκε με τη θεότητα Γάδ. Μαζί της ταυτίστηκε η θεά των Ρωμαίων Φορτούνα, η λατρεία της οποίας ήταν ιδιαίτερα εξαπλωμένη στην Ιταλία. Η Fortuna ξεκίνησε ως μια τοπική ιταλική θεότητα της ευφορίας και της γονιμότητας, που συχνά λειτουργούσε και ως μάντης που προέβλεπε το μέλλον. Η Τύχη θεωρήθηκε ως αγαθός δαίμων, μεσολαβητής μεταξύ θεών και ανθρώπων.
ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ: Θεωρούμενη και θεά της αφθονίας-πλούτου, απεικονιζόταν στο ιερό της στη Θήβα και σε έργο του Αθηναίου γλύπτη Ξενοφώντα και του Θηβαίου Καλλιστονίκου να κρατά, ως μητέρα ή τροφός, τον μικρό Πλούτο. Στη Σμύρνη σε γλυπτό του καλλιτέχνη Βούπαλου, κατά τον Παυσανία, εικονιζόταν να κρατά στο άλλο της χέρι το κέρας της Αμάλθειας, σύμβολο της αφθονίας. Σαν θεά που διευθύνει την ανθρώπινη ζωή απεικονίζεται να κρατά πηδάλιο, θεωρούμενο σύμβολο της κατεύθυνσης την οποία έδινε στο βίο όλων των ανθρώπων. Σαν θεότητα της ευμετάβλητης φύσης, απεικονιζόταν με τροχό ή σφαίρα ή πτερύγιο, σύμβολα της αστάθειας. Σε εκδήλωση της αντίληψης ότι ο έρωτας προέρχεται από την Τύχη, εικονιζόταν κοντά στο άγαλμα της και ο Θεός Ερωτας [Αίγειρο Αχαϊας]. Κολοσσιαίο άγαλμα της θεάς είχε στηθεί στην Ήλιδα και την Αλεξάνδρεια. Στην τελευταία μάλιστα πόλη και στο ονομαστό ιερό της Τύχης, το Τυχαίον, η θεά παριστανόταν να στεφανώνει τον Μ. Αλέξανδρο. Φημισμένο επίσης ήταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της το οποίο είχε αφιερώσει ο Ηρώδης ο Αττικός στο ναό της κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η μορφή της χαράκτηκε επίσης σε νομίσματα, όπου η θεά κρατούσε το κέρας της Αμάλθειας ή πηδάλιο. Αξίζει να αναφερθεί, τέλος, ότι στο ναό της στο Αργός, λεγόταν ότι ο Παλαμήδης είχε αφιερώσει τα πρώτα ζάρια, τα οποία, κατά την παράδοση, είχε ο ίδιος επινοήσει.
ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΤΥΧΗ: Στην Ελληνιστική εποχή και μέχρι το τέλος της αρχαιότητας, κάθε πόλη είχε τη δική της προστάτιδα που λειτουργούσε ως η Πολιάς θεά. Πολλές από αυτές θεωρούσαν την Τύχη ως Πολιούχο τους θεά. Έτσι, η πολιούχος Τύχη αποτυπώνεται να φορά πυργωτό διάδημα (πού συμβόλιζε τα τείχη της πόλης), καθισμένη σε θρόνο, να κρατά το κέρας της αφθονίας ή σκήπτρο. Μάλιστα, η διεξαγωγή όλων των δικαστικών υποθέσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, άρχιζε, όπως στην Αθήνα, με την ευχή “Αγαθή Τύχη”.
Konstantinosa.oikonomou@gmail.com