Κυριακή 2 Απριλίου 2023

Ασφαλής επενδυτικός προορισμός η Ελλάδα (Της Ελευθερίας Κούρταλη)

 

Τις τελευταίες περίπου τέσσερις εβδομάδες, οι ελληνικές μετοχές και τα ελληνικά ομόλογα έχουν ακολουθήσει αντίθετες πορείες. 

Ο Γενικός Δείκτης έχει χάσει περίπου 70 μονάδες ή σχεδόν 6%, ενώ η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου (που κινείται αντίστροφα με την τιμή) έχει υποχωρήσει κατά 9%.

Σε αυτό το διάστημα είχαμε το ξέσπασμα μιας ισχυρής τραπεζικής αναταραχής, η οποία άγγιξε τα όρια της κρίσης, ξεκινώντας από τις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ και συνεχίζοντας στην Ευρώπη με τον αναγκαστικό "γάμο" τελικά της Credit Suisse με την UBS, καθώς και την ανακοίνωση της ημερομηνίας των γενικών εκλογών στην Ελλάδα. Σε αυτό το διάστημα σημειώθηκε μια διεθνής αποστροφή από το ρίσκο και στροφή των επενδυτών στα ασφαλή επενδυτικά καταφύγια.

Οι επιδόσεις των ελληνικών assets, και παρά την πτώση του Χ.Α., δεν δείχνουν ωστόσο ότι η Ελλάδα αποτελεί χώρα κινδύνου για τους επενδυτές. Το Χ.Α., και καθώς οι τράπεζες συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος της ημερήσιας συναλλακτικής δραστηριότητας ενώ συγκεντρώνουν και τις μεγαλύτερες θέσεις των ξένων επενδυτών, απλώς ακολούθησε το διεθνές κλίμα, ευθυγραμμίστηκε δηλαδή με την πορεία των διεθνών αγορών και με την "απάντηση", χωρίς διακρίσεις, των επενδυτών στις ανησυχίες για νέα εστία κρίσης στο τραπεζικό σύστημα, με τις ρευστοποιήσεις να επικεντρώνονται στις τραπεζικές μετοχές. 

Σε αυτό το σκηνικό, η ελληνική αγορά είχε το... μειονέκτημα ότι είχε τρέξει το περισσότερο, τόσο από τις αρχές του έτους όσο και το τελευταίο πεντάμηνο, ενώ ακόμα πιο ισχυρή ήταν η υπεραπόδοση των μετοχών των ελληνικών τραπεζών, οπότε υπήρχε ευκαιρία για κατοχύρωση των σημαντικών κερδών που έχουν πραγματοποιήσει τα χαρτοφυλάκια.

Στο παραπάνω κλίμα αβεβαιότητας προστέθηκε και ένα καθαρά "ελληνικό θέμα" την τελευταία εβδομάδα: οι εκλογές. Η αντίδραση του Χ.Α., το οποίο δέχτηκε πιέσεις αλλά και έντονη μεταβλητότητα, δεν αποτελεί, ωστόσο, ένδειξη μαζικής φυγής των επενδυτών. Η ρευστή κατάσταση στο πολιτικό σκηνικό, κάτι που δεν υπήρχε πριν από την τραγωδία στα Τέμπη, έβαλε στην εξίσωση τον παράγοντα αβεβαιότητα για το πώς θα εξελιχθούν οι εκλογές και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της (τελικής) κάλπης. 

Ήταν λογικό, συνεπώς, οι επενδυτές να επιλέξουν να πάρουν κάποιες θέσεις από την αγορά και να περιμένουν στο περιθώριο παρακολουθώντας τις προεκλογικές εξελίξεις και την οικονομική ατζέντα των κομμάτων, έχοντας στο μυαλό τους πως οι αντιπαραθέσεις είναι πολύ πιθανό να είναι έντονες το επόμενο διάστημα. Αυτό δεν σημαίνει πως βλέπουν πολιτικό κίνδυνο στη χώρα, με την έννοια ότι θα υπάρξει ανατροπή της οικονομικής πορείας. Δεν υπάρχει κάποια αντιευρωπαϊκή δύναμη πλέον ικανή να αναλάβει την εξουσία, όπως το 2015. Όλα τα κόμματα αναγνωρίζουν τα οφέλη του Ταμείου Ανάκαμψης και της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα. Αυτό βλέπουν οι επενδυτές και δεν κοιτούν, αντίθετα με το παρελθόν, το πιθανό "χρώμα" ή τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης. Άλλωστε, η διόρθωση της περασμένης εβδομάδας δεν ήταν ακραία, με τον Γενικό Δείκτη να μαζεύει σημαντικό μέρος των απωλειών στη συνέχεια.

Οι επενδυτές εμπιστεύονται τα ελληνικά ομόλογα

Αντίθετα με το Χ.Α., τα ελληνικά ομόλογα είχαν μια εντυπωσιακή εικόνα. Η τραπεζική αναταραχή έστειλε τους επενδυτές στην ασφάλεια, και σε αυτή την ασφάλεια περιλήφθηκαν και τα ελληνικά ομόλογα. Αυτό δείχνει πως η επενδυτική κοινότητα βλέπει την Ελλάδα ως μια αγορά που δεν ενέχει ρίσκο, αντίθετα έχει πολύ θετικές προοπτικές. Η Ελλάδα απέδειξε πως είναι μια ισχυρή αγορά σε περιόδους αυξημένων διεθνών συστημικών κινδύνων. Πράγματι, η ανθεκτικότητα που έχουν δείξει οι ελληνικοί τίτλοι τόσο κατά την πρόσφατη αναταραχή όσο και έναντι των αυξήσεων επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι εντυπωσιακή. Το ελληνικό spread (στις 187 μ.β. σήμερα) παρουσιάζει, μάλιστα, τη μεγαλύτερη βελτίωση στην Ευρωζώνη, η οποία αγγίζει τις 80 μ.β. από τον περασμένο Ιούλιο, οπότε και ξεκίνησε η νομισματική σύσφιξη.

Όπως τόνισε και ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ, κ. Δημήτρης Τσάκωνας, στο πλαίσιο συνεδρίου του Οικονομικού Επιμελητηρίου την περασμένη εβδομάδα, με όρους αγοράς η επενδυτική βαθμίδα έχει ήδη παρασχεθεί. "Κατά τη γνώμη μου θα μπορούσαμε να την είχαμε αποκτήσει το 2021, όταν εκδώσαμε για πρώτη φορά το 30ετές ομόλογο, το οποίο υπερκαλύφθηκε 8-9 φορές και ήρθαν οι επενδυτές στους οποίους είχαμε επιβάλει το PSI να δώσουν τα λεφτά τους στην Ελλάδα για 30 χρόνια. Αυτό ήταν η απτή απόδειξη του τι σημαίνει εμπιστοσύνη των αγορών στο ελληνικό χρέος", όπως σημείωσε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, υπογράμμισε πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν έχει ρίσκα. "Υπάρχει βεβαιότητα ότι τα πράγματα δεν θα εκτροχιαστούν, το ελληνικό χρέος έχει μια μέση σταθμική διάρκεια 20 έτη, το κόστος εξυπηρέτησης είναι σήμερα στο 1,4% και βαίνει μειούμενο, δηλαδή μοιάζει με ένα ομόλογο το οποίο λήγει σε 20 χρόνια με ένα σταθερό επιτόκιο 1,4%", είπε.

Τα παραπάνω αποδείχθηκαν ξεκάθαρα και κατά τη δεύτερη έξοδο για το 2023 του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές την περασμένη εβδομάδα, με την έκδοση του νέου 5ετούς ομολόγου. Η ζήτηση ήταν ιδιαίτερα ισχυρή και ξεπέρασε τα 19,1 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι οι επενδυτές συνεχίζουν να θεωρούν την Ελλάδα ένα ασφαλές και κερδοφόρο "στοίχημα" και δεν βλέπουν κάποιον κίνδυνο για τα δημοσιονομικά εν όψει των εκλογών. Είναι χαρακτηριστικό πως η έξοδος ανακοινώθηκε την ίδια ημέρα με την ανακοίνωση των εκλογών, άρα έδειξε το πώς πραγματικά βλέπουν οι επενδυτές την Ελλάδα εν μέσω των πολιτικών εξελίξεων. Το αποτέλεσμα ήταν το Ελληνικό Δημόσιο να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ από την έκδοση, καλύπτοντας έτσι ήδη από το πρώτο τρίμηνο του έτους πάνω από το 85% των συνολικών δανειακών αναγκών του 2023, έπειτα και από τα 3,5 δισ. ευρώ που αντλήθηκαν από το 10ετές τον Ιανουάριο. Με τα ταμειακά διαθέσιμα να είναι πάνω από 38 δισ. ευρώ, η χώρα εκπέμπει ασφάλεια στις αγορές και μετά τις εκλογές.

Μηνύματα εμπιστοσύνης από τους οίκους

Η δημοσίευση της έκθεσης της Goldman Sachs μετά την ανακοίνωση των εκλογών αποτελεί μια σημαντική ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα. Το συμπέρασμα της τράπεζας είναι πως, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται και επισήμως σε προεκλογική περίοδο, είναι πιθανό να καταφέρει να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα ακόμα και πριν από τις κάλπες, και συγκεκριμένα στις 21 Απριλίου, κατά την αξιολόγηση της S&P. Η Ελλάδα παραμένει σχετικά ανθεκτική, όπως επισημαίνει, χάρη στην αύξηση των ιδιωτικών πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία, παρουσιάζοντας άνοδο έπειτα από 10 χρόνια συρρίκνωσης. Η πιστωτική αύξηση υποστήριξε την ανάκαμψη των επενδύσεων το 2022, η οποία το επόμενο διάστημα θα μπορούσε να επωφεληθεί από τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης. "Αν δεν επιδεινωθούν οι πρόσφατες ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές εντάσεις, η Ελλάδα παραμένει σχετικά ανθεκτική, χάρη στη θετική ανάπτυξη των ιδιωτικών πιστώσεων, τη συνεχή ανάκαμψη του σχηματισμού κεφαλαίων και τη βελτίωση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ", όπως σημείωσε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, έδωσε σημαντικό μήνυμα στήριξης για τα ελληνικά ομόλογα. Παρόλο που ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ οδηγεί σε υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων και σε υψηλότερο κόστος δανεισμού, το ελληνικό χρέος είναι λιγότερο ευάλωτο από ό,τι άλλων χωρών, όπως τόνισε. Αυτό οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, στη μεγάλη διάρκεια του ελληνικού χρέους (17,5 έτη), χάρη στα πακέτα ευρωπαϊκής οικονομικής βοήθειας, και, δεύτερον, στην αυξημένη ονομαστική ανάπτυξη, που αναμένεται να παραμείνει περίπου στο 4% μέχρι το 2024, και στην προσεκτική δημοσιονομική προοπτική, όπου το πρωτογενές ισοζύγιο θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2023 και το 2024. 

Το μήνυμα της Goldman δεν ήταν το μόνο. Στο συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου, ο επικεφαλής αναλυτής της Fitch, Άλεξ Μουσκατέλι, τόνισε πως είναι σημαντική η συνέχιση της οικονομικής πολιτικής των τελευταίων ετών, ενώ κλειδί για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί η σταθερή πτωτική τροχιά του δείκτη χρέους. Όπως σημείωσε, ενδεχομένως να υπάρξει νέα αναβάθμιση της χώρας, καθώς οι βελτιώσεις στο δημοσιονομικό μέτωπο και στον τραπεζικό κλάδο συνεχίζονται. Οι ροές κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης θα είναι σημαντικές για την υποστήριξη της προσφοράς και της ζήτησης, ενώ και οι δημόσιες επενδύσεις θα συμβάλουν σε αυτό, όπως είπε.

Επιπλέον, η Moody’s υπογράμμισε σε νέα έκθεσή της, τη δεύτερη μέσα σε λίγες μέρες, παρά το γεγονός ότι έχει ήδη, πολύ πρόσφατα –από τις 17 Μαρτίου–, δημοσιεύσει την αξιολόγησή της για την Ελλάδα, τους πέντε παράγοντες που στηρίζουν τις θετικές προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, δίνοντας έτσι και αυτή ένα σημαντικό μήνυμα προς τους επενδυτές για την ανθεκτικότητά τους εν μέσω της νευρικότητας που υπάρχει ακόμη στις αγορές για τον τραπεζικό κλάδο διεθνώς. Οι άμυνες που παρουσιάζει ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος, όπως είπε, βασίζονται στα εξής: στις ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες, στη σταθεροποίηση της ποιότητας των δανείων, στη βελτίωση της κερδοφορίας, στη σταθερή κεφαλαιακή τους θέση και στην ισχυρή θέση ρευστότητας και χρηματοδότησης. Ο οίκος διατηρεί τις θετικές προοπτικές που δίνει για τις ελληνικές τράπεζες, προσθέτοντας πως, λόγω των δομών του ισολογισμού τους, θεωρεί ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σε γενικές γραμμές ανθεκτικό στις επιπτώσεις της νομισματικής σύσφιξης.

Θετικοί οι αναλυτές για το Χ.Α. παρά τη διόρθωση του Μαρτίου

Σε ό,τι αφορά την πορεία του Χ.Α., οι αναλυτές εμφανίζονται συγκρατημένα αισιόδοξοι. Οι ελληνικές εκλογές ενδέχεται να οδηγήσουν σε αύξηση της μεταβλητότητας, αλλά είναι υπερβολή να αποτελέσουν αφορμή σημαντικής διόρθωσης τουλάχιστον στην παρούσα φάση, εκτιμά ο Νίκος Καυκάς, υπεύθυνος του τμήματος ανάλυσης της Depolas Investment Service. "Παραμένουμε θετικοί για τον Γενικό Δείκτη, αλλά ενισχύουμε τις θέσεις μας κατά περίπτωση και σε περισσότερο αμυντικούς κλάδους", όπως τονίζει. Σημαντικότερο επίπεδο στήριξης εντοπίζεται, κατά τη χρηματιστηριακή, στην περιοχή των 980-960 μονάδων, ενώ το εκτιμώμενο εύρος τιμών για τις επόμενες συνεδριάσεις τοποθετείται μεταξύ των 980 και 1.100 μονάδων.

Από την πλευρά του, ο κ. Ζαχαράκης της Fast Finance σημειώνει πως έπειτα από πέντε μήνες ανόδου είχαμε τον πρώτο πτωτικό μήνα στο Χ.Α., με φυσιολογική διόρθωση μετά το τελευταίο ράλι που ξεκίνησε τον Οκτώβριο και τις 787 μονάδες. Οι απανωτές κρίσεις σε τράπεζες τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη έδωσαν την αφορμή να διορθώσει και το Χ.Α. το μεγάλο ράλι στον κλάδο, προσθέτει.

Ειδικά για τον τραπεζικό κλάδο, ο κ. Ζαχαράκης επισημαίνει ότι, ακόμα και μετά τη μεγάλη διόρθωσή του, συνεχίζει να κινείται με διψήφια κέρδη από τις αρχές του έτους. Άλλωστε, αυτό που περνάνε αρκετές τράπεζες παγκοσμίως, οι ελληνικές το έχουν "πληρώσει" αδρά στο πρόσφατο παρελθόν. Πλέον είναι ο πιο "καθαρός" στην Ευρώπη, όπως τονίζει, κάτι που κάνει τους επενδυτές να τον βλέπουν με άλλο μάτι. "Μην ξεχνάμε ότι το προηγούμενο διάστημα αρκετά funds αγόραζαν σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα, ενώ το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι σε διαφορετική φάση θα το δούμε μετά και το εκλογικό ξεκαθάρισμα", σημειώνει χαρακτηριστικά. Κατά τον αναλυτή, είναι λογικό ο Γενικός Δείκτης να χρειαστεί ένα διάστημα για να "χωνέψει" το ράλι των τελευταίων μηνών, μιας και ακόμα και σήμερα έχει κέρδη 20% από τα χαμηλά του Οκτωβρίου. 

Σύμφωνα με τους αναλυτές, τα αποτελέσματα των εισηγμένων δείχνουν προς νέα ρεκόρ, κάτι που μπορεί να υποστηρίξει τις αποτιμήσεις τους. Όπως σημείωσε η Beta Securities, παρά την έντονη υποχώρηση των αποτιμήσεων των ελληνικών μετοχών που προκάλεσε το διεθνές sell-off, θα πρέπει να επισημανθεί η έως τώρα εξαιρετική εικόνα των αποτελεσμάτων των εισηγμένων εταιρειών, καθώς και η θετική προοπτική που επικοινωνούν για τη συνέχεια. Αν και λίγες εισηγμένες έχουν ανακοινώσει μεγέθη 2022, τα δεδομένα πλέον δείχνουν ότι πάμε σε μια χρήση-ρεκόρ, καθώς οι εισηγμένες θα ξεπεράσουν τα 10 δισ. ευρώ καθαρών κερδών στο σύνολο, ενώ τα μερίσματα προς διανομή και οι επιστροφές κεφαλαίου θα προσεγγίσουν τα 2,6 δισ. ευρώ. Η κερδοφορία μπορεί επί του παρόντος να επισκιάζεται από την κατάσταση που επικρατεί διεθνώς, δεν παύει ωστόσο να αποτελεί ένα ανάχωμα στις αποτιμήσεις και να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην ταχύτητα της ανάκαμψης της αγοράς όταν οι συνθήκες ομαλοποιηθούν, όπως εκτιμά η χρηματιστηριακή.