Η Ολλανδία είναι μια χώρα 17,8 εκατομμυρίων κατοίκων και 41.850 km², η οποία εκτρέφει 3,8 εκατ. αγελάδες, 12 εκατ. χοίρους και 102 εκατ. κότες. Είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν συγκέντρωση αγροτικών ζώων στην Ευρώπη, μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές κτηνοτροφικές βιομηχανίες της Ευρώπης και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρέατος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και τον ορισμό του διπλού νομίσματος, καθώς η ζωικής προέλευσης ρύπανση αυτής της μικρής χώρας είναι τεράστια.
Η ρύπανση ζωικής προέλευσης αποτελεί τεράστιο πρόβλημα παγκοσμίως, αναλογώντας περίπου στο 14,5% των παγκόσμιων ρύπων. Το πρόβλημα στην Ολλανδία είναι τόσο μεγάλο που η ατμόσφαιρα και το έδαφος της δεν μπορούν πια να το αντέξουν, με την κατά κεφαλήν επιβάρυνση σε άζωτο και αμμωνία εξαιτίας των ζωϊκών λυμάτων, να είναι τέσσερις φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Σύμφωνα με τη νέα περιβαλλοντολογική νομοθεσία που επικυρώθηκε πριν λίγους μήνες, μέχρι το 2030 τουλάχιστον οι μισές από τις προστατευόμενες φυσικές περιοχές της χώρας θα πρέπει να παρουσιάζουν χαμηλά, ήτοι ασφαλή, επίπεδα αζώτου
Η ολλανδική κυβέρνηση έχει εκπονήσει σχέδιο της τάξης των 25 δισ. ευρώ το οποίο θα ξεκινήσει αρχικά σε εθελοντική βάση και έχει στόχο ολοκλήρωσης τα 13 χρόνια, προκειμένου να περιοριστεί η κτηνοτροφία, άρα νομοτελειακά και οι συγκεκριμένοι ρύποι.
Όμως πολλές φορές οι ασκήσεις επί χάρτου είναι εξαιρετικά πιο εύκολες από την εφαρμογή στην πράξη.
Το ολλανδικό κράτος λοιπόν προτίθεται παρά τις αντιδράσεις του κλάδου –ειδικά των μικρότερων κτηνοτροφικών μονάδων- να αποζημιώσει τους κτηνοτρόφους ώστε, είτε να μετακομίσουν, είτε να εγκαταλείψουν τον κλάδο, εξαγοράζοντας εκατοντάδες φάρμες και πουλώντας τα ζώα, με στόχο να μειωθεί ο συνολικός αριθμός των αγροτικών ζώων της χώρας κατά το 1/3 τουλάχιστον.
Όσοι τώρα θα παραμείνουν στον κλάδο, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν διαφορετικές μεθόδους κτηνοτροφίας, με πολύ λιγότερα ζώα ή πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις, ώστε να μειωθεί η επιβάρυνση ανά στρέμμα και άρα η ρύπανση που παράγεται.
Οι όροι λοιπόν του παιχνιδιού αλλάζουν και αλλάζουν για πάντα.
Τα κενά της αγοράς
Η Ολλανδία δεν είναι η μόνη χώρα που αντιμετωπίζει βασικά προβλήματα με τον αγροκτηνοτροφικό τομέα. Η Δανία, το Βέλγιο και η Γερμανία αντιμετωπίζουν τις ίδιες αντιξοότητες. Για αυτό άλλωστε αν το ολλανδικό σχέδιο μείωσης παραγωγής στεφθεί με επιτυχία, θα λειτουργήσει σαν πρότυπο και για αυτές τις χώρες.
Όμως τα προβλήματα δεν αρχίζουν και τελειώνουν με τους ρύπους από τα ζωικά λύματα.
Μια άλλη μεγάλη αγροκτηνοτροφική χώρα, η Ισπανία, αντιμετωπίζει προβλήματα με τις υψηλές θερμοκρασίες και τη λειψυδρία, συνθήκες που επικρατούν κατά το μεγαλύτερο πλέον μέρος του έτους και έχουν μειώσει σχεδόν κατά 25% την ποσότητα των βελανιδιών που συνιστούν βασική τροφή για τους χοίρους.
Το αποτέλεσμα είναι οι χοιροτρόφοι να χρειάζονται πολλαπλάσιο χρόνο για να μεγαλώσουν τα ζώα τους.
Το καλοκαίρι του 2022 η παραγωγή ήταν 20% μικρότερη συγκριτικά με την προηγούμενη σεζόν, κάτι που σε απόλυτους αριθμούς μεταφράζεται σε 150.000 λιγότερους χοίρους. Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, αν συνεχιστούν οι συνθήκες του περυσινού καλοκαιριού και τα επόμενα χρόνια, σε 4 έτη θα έχει χαθεί μία ολόκληρη παραγωγή.
Τα κενά της αγοράς λοιπόν είναι πολλά και αναμένεται να γίνουν ακόμα περισσότερα, καθώς η κλιματική αλλαγή δημιουργεί ολοένα και περισσότερες αντιξοότητες στον πρωτογενή τομέα, με τις χώρες που έχουν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη να είναι και οι πρώτες που έρχονται αντιμέτωπες με αυτές.
Η εκτόξευση του λειτουργικού κόστους
Δεν είναι όμως μόνο η κλιματική αλλαγή το πρόβλημα. Ο ρωσοουκρανικός πόλεμος εκτόξευσε τα κόστη της ενέργειας του πετρελαίου, των ζωοτροφών, των λιπασμάτων, των φυτοφαρμάκων, των ζιζανιοκτόνων κ.ο.κ, με αποτέλεσμα οι κτηνοτρόφοι να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στα λειτουργικά κόστη και να οδηγούνται πολλές φορές σε μεγάλες περικοπές στη διατροφή των ζώων, προκειμένου «να τα βγάλουν πέρα».
Η μειωμένη τροφή όμως μεταφράζεται σε λίγους μήνες σε μικρότερη παραγωγή και αυτή με τη σειρά της σε περαιτέρω αύξηση των τιμών σε γαλακτοκομικά προϊόντα και κρέας.
Τα προβλήματα αυτά τα βιώνουμε και στην χώρα μας, με την κτηνοτροφία ειδικά στα νησιά να εκπέμπει εδώ και μήνες σήμα κινδύνου.
Όλοι έχουμε για παράδειγμα παρακολουθήσει στις ειδήσεις τα ρεπορτάζ για τις υψηλές τιμές των τυριών ή το γεγονός ότι πολλά είδη κινδυνεύουν σχεδόν με εξαφάνιση από τα ράφια, όπως για παράδειγμα η γραβιέρα Νάξου.
Ο αγροτικός συνεταιρισμός Νάξου αναγκάστηκε το περυσινό καλοκαίρι να ταξιδέψει στη Βουλγαρία προκειμένου να εξασφαλίσει την προμήθεια καλαμποκιού για τα ζώα- σε τιμή υπερδιπλάσια σε σχέση με άλλες χρονιές –ενώ υπερτριπλάσια ήταν η τιμή και για τα λιπάσματα, για το ρεύμα της γεώτρησης προκειμένου οι παραγωγοί να βγάλουν νερό, ενώ αισθητά αυξημένο ήταν και το κόστος για το πετρέλαιο.
Ολα αυτά είχαν ως συνέπεια τα ζώα να μην σιτίζονται όπως θα έπρεπε, ενώ πολλοί παραγωγοί αναγκάστηκαν να μειώσουν το ζωικό τους κεφάλαιο, δεδομένου ότι το κόστος συντήρησης μιας αγελάδας ξεπέρασε τα 3.000 ευρώ και έτσι πολλοί κτηνοτρόφοι προτίμησαν να τις πουλήσουν για το κρέας τους και μάλιστα πολλές σε νεαρή ηλικία, παρά να τις μεγαλώσουν με σκοπό να αντλήσουν το γάλα τους.
Η απάντηση της «έξυπνης» κτηνοτροφίας
Η Ολλανδία αποκαλείται από πολλούς ως η «μικρή χώρα που ταΐζει τον κόσμο».
Πώς όμως μια χώρα με τόσο μικρή έκταση και ένα δύσκολο κλίμα κατάφερε να πετύχει τόσο μεγάλες αποδόσεις παραγωγής και να αναπτύξει μια βιομηχανία τροφίμων της τάξης των 29 δις ευρώ;
Η καινοτομία χάρη στη στενή συνεργασία του τρίπτυχου, παραγωγοί-ερευνητικά ινστιτούτα και κρατικοί φορείς είναι η απάντηση.
H «έξυπνη» κτηνοτροφία και γεωργία είναι το αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας.
Με τον όρο «έξυπνη» γεωργία και κτηνοτροφία εννοούμε την εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης στο χωράφι ή στον στάβλο χάρη στην οποία επιτυγχάνονται δραστικές μειώσεις στο κόστος παραγωγής.
Η σύνδεση της ζωικής με τη φυτική παραγωγή, η παραγωγή ζωοτροφών με στόχο την αυτάρκεια κάθε χώρας και την απεξάρτηση από τις εισαγωγές, η σπορά κτηνοτροφικών φυτών σε εδάφη τα οποία έχουν τεθεί σε αγρανάπαυση, ο εξορθολογισμός της διατροφής των ζώων, η χρήση «νέων» καινοτόμων ζωοτροφών όπως τα μικροφύκη και η χρήση της τεχνολογίας είναι μερικά μόνο από τα κεφάλαια της «έξυπνης» κτηνοτροφίας και γεωργίας.
Ας γίνουμε όμως λίγο πιο συγκεκριμένοι, δίνοντας μερικά παραδείγματα «έξυπνης» κτηνοτροφίας και γεωργίας.
- Στην Ολλανδία η Ένωση Βιώσιμης Αλυσίδας Αξίας Χοιρινού - KDV- παρακολουθεί ψηφιακά τα ζώα από τη γέννηση έως τη σφαγή με ένα τσιπ. Αν ξεπεράσουμε το σύνδρομο της συνωμοσιολογίας, πρόκειται για μια πρωτοποριακή εφαρμογή «έξυπνης» κτηνοτροφίας, που επιτρέπει την ελαχιστοποίηση χρήσης αντιβιοτικών, αφού ο όγκος των δεδομένων που συλλέγονται επιτρέπουν την καλύτερη διαχείριση και προστασία των ζώων.
- Δεδομένου ότι το 70% του κόστους μιας κτηνοτροφικής μονάδας είναι η ζωοτροφή, σημαντικό ρόλο παίζει η «έξυπνη» καλλιέργεια της, που μπορεί να εξασφαλισθεί με τα συστήματα που ελέγχουν τη θερμοκρασία, την υγρασία, την εξατμοδιαπνοή και άλλα σημαντικά στοιχεία για την εξέλιξη των καλλιεργειών.
Η τεχνολογία δίνει επίσης τη δυνατότητα να εξετάζονται δείγματα του εδάφους, έτσι ώστε να προσδιοριστούν με ακρίβεια οι ανάγκες του για λίπανση και να μην υπάρχει σπατάλη, ενώ δεδομένα λαμβάνονται και από δορυφόρο προκειμένου να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα για τις ανάγκες άρδευσης, λίπανσης και φυτοπροστασίας. Έτσι δίνεται η δυνατότητα ανάλογα με το που βρίσκεται η κάθε καλλιέργεια, να έχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα με τη μικρότερη δυνατή χρήση πόρων και με μείωση κόστους, το οποίο σύμφωνα με μελέτες μπορεί να ξεπεράσει το 30%.
Μια απάντηση στο κεφάλαιο των ζωοτροφών μπορεί να αποτελέσουν επίσης συγκεκριμένες ομάδες μικροφυκών που συσσωρεύουν άφθονες ποσότητες πρωτεϊνών, λιπιδίων και υδατανθράκων και αναπτύσσονται πλέον με οικονομικές και φιλικές προς το περιβάλλον διαδικασίες ανάπτυξης.
- Ο εξορθολογισμός της διατροφής των ζώων μέσω των συστημάτων εκτροφής ακριβείας είναι άλλο ένα κεφάλαιο στον εκσυγχρονισμό της κτηνοτροφίας.
Πολλοί κτηνοτρόφοι στην ερώτηση πόσο τρώει το ζώο τους απαντούν «ανοίγω το σιλό και ρίχνω». Ένα παραγωγικό ζώο όμως πρέπει να τρώει ό,τι πρέπει, την ώρα που πρέπει και στις ποσότητες που πρέπει.
Όπως λοιπόν ο υποσιτισμός λόγω κόστους μειώνει την παραγωγική του δυναμικότητα, έτσι ακριβώς και η υπερτροφία σημαίνει χειρότερη υγεία για το ζώο άρα και χειρότερη ποιότητα για το παραγόμενο προϊόν και φυσικά μεγάλο κόστος λόγω της σπατάλης ζωοτροφής.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι εξαιρετικά σημαντική η υιοθέτηση της τεχνολογίας των συστημάτων εκτροφής ακριβείας, τα οποία επιπλέον μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά στην έγκαιρη πρόβλεψη των ασθενειών, έτσι ώστε να περιοριστεί η ανάγκη για φάρμακα και αντιβιοτικά.
- Στην «έξυπνη» κτηνοτροφία εντάσσονται και τα συστήματα ελέγχου του περιβάλλοντος, ο σχεδιασμός και η δημιουργία βιοκλιματικών κτηνοτροφικών κτιρίων, έτσι ώστε τα ζώα να ζουν καλύτερα και ταυτόχρονα να μειώνονται η κατανάλωση ενέργειας και η εκπομπή ρύπων.
Η τεχνολογία λοιπόν υπάρχει και χάρη στην ευρωπαϊκή ΚΑΠ θα μπορεί και να χρηματοδοτηθεί για όσες χώρες παρουσιάσουν ένα ρεαλιστικό επιχειρηματικό σχέδιο και καταφέρουν επιπλέον να πείσουν τους παραγωγούς τους να λειτουργήσουν διαφορετικά, σε σχέση με όλα όσα εφάρμοζαν τα προηγούμενα χρόνια.
Η ελληνική ευκαιρία
Με την Ευρώπη να ζητά τη μείωση κατά 50%, του ζωικού κεφαλαίου είναι σημαντικό να διασφαλισθεί -και να διεκδικηθεί στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο- ότι η μείωση αυτή δεν θα είναι οριζόντια.
Χώρες ελλειμματικές σε αγελαδινό γάλα και κρέας μπορούν να καλύψουν το μερίδιο που θα χαθεί από χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο ή η Γερμανία.
Στην Ελλάδα για παράδειγμα, παράγουμε μόλις το 12% του γάλακτος που καταναλώνουμε και δεν αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα της Ολλανδίας και άλλων χωρών όσον αφορά τους ρύπους ζωικής προέλευσης.
Στα πλαίσια της διατροφικής αυτάρκειας λοιπόν που προωθεί η Ευρώπη, αλλά και της αποσυμφόρησης κάποιων χωρών από το βάρος της υπερ-ανάπτυξης της κτηνοτροφίας, η χώρα μας θα πρέπει να προετοιμαστεί και να καταρτίσει το κατάλληλο στρατηγικό σχέδιο που θα απέχει από ένα ασαφές ή γενικόλογο πλαίσιο, ώστε να διαπραγματευτεί με την ΕΕ και να καλύψει με επιτυχία ένα μέρος του κενού της αγοράς, διασφαλίζοντας πάνω από όλα την διατροφική αυτάρκεια της.
Η χώρα μας διαθέτει τη δυναμική να δημιουργήσει μεγάλη προστιθέμενη αξία σε όσους εργαστούν συστηματικά για την παραγωγή καλών προϊόντων σύμφωνα με το νέο πλαίσιο παραγωγής και ενεργοποιηθούν αυτή την τόσο σημαντική περίοδο για την κτηνοτροφία, κατά την οποία μπαίνουν οι βάσεις για έναν πιο «πράσινο» και βιολογικό τρόπο παραγωγής.
Μόνο τα επόμενα τρία χρόνια θα δοθούν μέσω κοινοτικών πόρων 305 εκατομμύρια ευρώ αποκλειστικά για την βιολογική κτηνοτροφία. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό ποσό το οποίο δεν έχει δοθεί ποτέ στο παρελθόν.
Ένα ποσό που θα διατεθεί στους οραματιστές μιας κυκλικής γεωργίας και κτηνοτροφίας που θα προωθήσουν τη συνεργασία αγροτών, τοπικής κυβέρνησης, ακαδημαϊκής κοινότητας και ερευνητικών ινστιτούτων προκειμένου να εξασφαλισθούν λύσεις για την αντιμετώπιση του ενεργειακού κόστους και της ξηρασίας και της διατήρησης του ίδιου ύψους παραγωγής χωρίς την εκτεταμένη χρήση αντιβιοτικών ή ζιζανιοκτόνων και φυτοφαρμάκων.
Ειδικά μετά τα προβλήματα που δημιούργησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όπως η έκρηξη του ενεργειακού κόστους και η έλλειψη σε ζωοτροφές, λιπάσματα κ.α, η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική αποτελεί ευκαιρία τόσο αυτάρκειας όσο και αειφόρου ανάπτυξης.
Κάτω από αυτό το πρίσμα η πρόσφατη έγκριση του Στρατηγικού Σχεδίου της χώρας μας για την νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική-ΚΑΠ -συνιστά μια σημαντική πρώτη επιτυχία, καθώς διασφαλίζει 19,3 δισ. ευρώ για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027, καθορίζοντας ταυτόχρονα και το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την νέα προγραμματική περίοδο 2023-2027, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι πόροι για σημαντικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στον πρωτογενή τομέα της χώρας και τις αγροτικές μας περιοχές.
Η επιτυχής εφαρμογή του Στρατηγικού Σχεδίου πέραν της προοπτικής στα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα, θα προστατεύσει πολύτιμους φυσικούς πόρους προωθώντας με 1,4 δισ. ευρώ τις βιολογικές μεθόδους παραγωγής και τονώνοντας την κοινωνική συνοχή της ελληνικής υπαίθρου, με τη διαμόρφωση ελκυστικότερων συνθηκών διαβίωσης και τη δημιουργία 70.000 νέων θέσεων απασχόλησης.
Η ηλικιακή ανανέωση του πρωτογενή τομέα με περισσότερους από 65.000 νέους γεωργούς συνολικά να επωφελούνται των ενισχύσεων της νέας ΚΑΠ, είναι κομβικής σημασίας και εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο που έχει θέσει η Κομισιόν και βάση του οποίου προβλέπονται δημόσιες δαπάνες συνολικού ύψους 8,5 δισ. ευρώ που θα βοηθήσουν γεωργούς νεαρής ηλικίας να εγκατασταθούν, να επενδύσουν και να διατηρήσουν την επιχείρησή τους κατά τα πρώτα έτη της δραστηριότητάς τους.
Την περίοδο 2023-2027, αναμένεται ότι θα εγκατασταθούν συνολικά 377. 000 επιπλέον γεωργοί νεαρής ηλικίας ως γεωργοί πλήρους παραγωγικής ικανότητας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Ορισμένα κράτη μέλη σχεδιάζουν να καταβάλουν περαιτέρω προσπάθειες για να ενθαρρύνουν την κληρονομική διαδοχή των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, να ενισχύσουν την ισότητα των φύλων στις αγροτικές περιοχές και να ενισχύσουν τη θέση των γυναικών στη γεωργία.
Μια τέτοια κατεύθυνση θα πρέπει να πάρει και η Ελλάδα, μιας και πρόκειται για ένα εξαιρετικό παράθυρο ευκαιρίας, τώρα που για πρώτη φορά οι ενισχύσεις της ΚΑΠ θα συνδέονται με την τήρηση ορισμένων κοινωνικών και εργασιακών προτύπων της ΕΕ και οι δικαιούχοι θα παρακινούνται να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Ο σχεδιασμός της Ευρώπης θα στηρίξει επενδύσεις που θα καταστήσουν ελκυστικότερη τη διαβίωση και την εργασία σε αγροτικές περιοχές, με στόχο τη δημιουργία τουλάχιστον 400. 000 θέσεων εργασίας συνολικά. Βάση αυτών των δεδομένων λοιπόν οι 70.000 νέες θέσεις εργασίας στον πρωτογενή τομέα στην χώρα μας θα είναι πράγματι μια μεγάλη επιτυχία αν πραγματωθεί.
Στο σημείο αυτό και προκειμένου να υπάρχει μια συνολικότερη εικόνα των ευκαιριών που ανοίγονται, θα αναφέρουμε ότι στα στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ, περίπου 98 δισ. ευρώ -ποσό που αντιστοιχεί στο 32 % της συνολικής χρηματοδότησης της ΚΑΠ (ΕΕ και συγχρηματοδότηση)- θα διατεθούν για την επίτευξη οφελών για το κλίμα, τα ύδατα, το έδαφος, τον αέρα, τη βιοποικιλότητα και την καλή διαβίωση των ζώων, καθώς και για την ενθάρρυνση πρακτικών πέραν του υποχρεωτικού πλαισίου προϋποθέσεων.
Το 24 % των άμεσων ενισχύσεων προορίζεται για οικολογικά προγράμματα και το 48 % των δαπανών αγροτικής ανάπτυξης από όλα τα σχέδια θα στηρίξει πλήρως τους περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους.
Αν καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε και να εκμεταλλευτούμε με ορθολογικό και παραγωγικό τρόπο τη στήριξη που θα παρασχεθεί στις επενδύσεις σε ψηφιακές τεχνολογίες και υπηρεσίες για τη βελτιστοποίηση της αποδοτικής χρήσης των πόρων, τότε ο πρωτογενής τομέας της χώρας μας θα γυρίσει εντυπωσιακά σελίδα. Πάνω από όλα όμως, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις αυτάρκειας για τη χώρα μας, μια περίοδο που η έκρηξη της αύξησης των τιμών στα τρόφιμα και η επισιτιστική κρίση είναι σε πλήρη εξέλιξη.
*****
ΥΓ ΒΚΠ: Γι αυτό έλληνας μεγαλοεπιχειρηματίας έχει πιάσει προ πολλού το νόημα και προχωρά κανονικά το μεγαλοφυές σχέδιο μέσα στο οποίο ευρίσκεται και εισηγμένη που κακοδιοικείται την οποία όμως θα την αναγεννήσει...